- πανευσθενής
- παν-ευ-σθενής, ές, sehr stark
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
πανευσθενής — ές, Μ εξαιρετικά σθεναρός, ισχυρότατος, δυνατότατος («πανευσθενὴς πυγμάχος», Τζέτζ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + εὐσθενής «ισχυρός, ρωμαλέος»] … Dictionary of Greek